ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού,Ελέησόν με τον αμαρτωλόν







ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ι'

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 10

Ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ παρεμέρισε τὰς Μωσαϊκὰς θυσίας

 

1 Διότι ἀφοῦ ὁ νόμος ἔχει μόνον σκιὰν τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν καὶ ὄχι αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς πραγματικότητος, δὲν μπορεῖ ποτὲ μὲ τὶς ἴδιες θυσίες, ποὺ διαρκῶς προσφέρουν κάθε χρόνο, νὰ κάνῃ τελείους τοὺς προσερχομένους.

2 Ἀλλοιῶς, δὲν θὰ εἶχαν παύσει νὰ προσφέρωνται; Ἐὰν ὅσοι ὑποβάλλωνται εἰς τὴν λατρείαν αὐτὴν εἶχαν μιὰ φορὰ καθαρισθῆ, δὲν θὰ εἶχαν πλέον καμμίαν συναίσθησιν τῶν ἁμαρτιῶν των.

3 Ἐνῷ ἀπ’ ἐναντίας, μὲ τὰς θυσίας αὐτὰς γίνεται κάθε χρόνο ὑπενθύμισις τῶν ἁμαρτιῶν,

4 διότι εἶναι ἀδύνατον αἷμα ταύρων καὶ τράγων νὰ ἀφαιρέσῃ ἀμαρτίας.

5 Διὰ τοῦτο ὅταν ἔρχεται ὁ Χριστὸς εἰς τὸν κόσμον, λέγει, Θυσίαν καὶ προσφορὰν δὲν ἠθέλησες, ἀλλὰ μοῦ ἑτοίμασες σῶμα.

6 Εἰς ὁλοκαυτώματα καὶ θυσίας δι’ ἁμαρτίας δὲν ἔχεις εὐαρέσκειαν.

7 Τότε εἶπα, Ἰδοὺ ἦλθα, ὅπως εἶναι γραμμένον δι’ ἐμὲ εἰς τὸν κύλινδρον τοῦ βιβλίου, διὰ νὰ κάνω, ὦ Θεέ, τὸ θέλημά σου.

8 Ἀφοῦ πρῶτα εἶπε, Θυσίαν καὶ προσφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα καὶ θυσίας δι’ ἁμαρτίας δὲν ἠθέλησες οὔτε ἔδειξες εὐαρέσκειαν, αἱ ὁποῖαι προσφέρονται κατὰ τὸν νόμον,

9 κατόπιν εἶπε, Ἰδοὺ ἦλθα διὰ νὰ κάνω, ὦ Θεέ, τὸ θέλημά σου. Ἀναιρεῖ τὸ πρῶτον διὰ νὰ στερεώσῃ τὸ δεύτερον.

10 Δυνάμει τοῦ θελήματος τούτου εἴμεθα ἁγιασμένοι διὰ τῆς προσφορᾶς τοῦ σώματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μιὰ γιὰ πάντα.

11 Καὶ ὁ μὲν ἱερεὺς ὑπηρετεῖ καθημερινῶς καὶ προσφέρει, πολλὲς φορές, τὶς ἴδιες θυσίες, αἱ ὁποῖαι δὲν μποροῦν ποτὲ νὰ ἐξαλείψουν ἁμαρτίας.

12 Ὁ Χριστὸς ὅμως, προσφέρει μίαν θυσίαν διὰ τὰς ἁμαρτίας γιὰ πάντα καὶ ἐκάθησεν εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ,

13 καὶ περιμένει εἰς τὸ ἑξῆς ἕως ὅτου γίνουν οἱ ἐχθροί του ὑποπόδιον τῶν ποδιῶν του.

14 Διότι μὲ μία προσφορὰν ἔκανε γιὰ πάντα τελείους ἐκείνους, ποὺ ἁγιάζονται.

15 Μᾶς μαρτυρεῖ δὲ αὐτὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διότι ἀφοῦ εἶπε πρῶτα,

16 Ἡ διαθήκη, τὴν ὁποίαν θὰ συνάψω μὲ αὐτοὺς ὕστερα ἀπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, λέγει ὁ Κύριος, εἶναι αὐτή: θὰ θέσω τοὺς νόμους μου εἰς τὶς καρδιές των καὶ μέσα εἰς τὴν διάνοιάν των θὰ τοὺς ἐγχαράξω,

17 ὕστερα προσθέτει, καὶ δὲν θὰ θυμηθῶ πλέον τὰς ἁμαρτίας των καὶ τὰς ἀνομίας των.

18 Ἐκεῖ δὲ ποὺ ὑπάρχει συγχώρησις, δὲν ὐπάρχει πλέον θυσία δι’ ἁμαρτίαν.

 

Ἐνθάρρυνσις καὶ προτροπή

 

19 Ἀφοῦ λοιπόν, ἀδελφοί, τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ μᾶς δίνει θάρρος νὰ μποῦμε εἰς τὰ Ἅγια τῶν ἁγίων

20 ἀπὸ ἕνα νέον καὶ ζωντανὸν δρόμον, τὸν ὁποῖον μᾶς ἐγκαινίασε διὰ τοῦ καταπετάσματος, δηλαδὴ διὰ τῆς σαρκός του,

21 καὶ ἀφοῦ ἔχομεν ἕνα ἱερέα μέγαν ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ,

22 ἂς προσερχώμεθα μὲ εἰλικρινῆ καρδιά, μὲ πλήρη βεβαιότητα πίστεως, μὲ καρδιὲς καθαρισμένες ἀπὸ κακὴν συνείδησιν καὶ τὸ σῶμά μας πλυμένο μὲ νερὸ καθαρό.

23 Ἂς εἴμεθα σταθεροὶ καὶ ἀσάλευτοι εἰς τὴν ὁμολογίαν τῆς ἐλπίδος μας, διότι εἶναι πιστὸς ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔδωκε τὰς ὑποσχέσεις, καὶ ἂς προσέχωμεν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον,

24 ὥστε νὰ παροτρυνώμεθα πρὸς τὴν ἀγάπην καὶ τὰ καλὰ ἔργα,

25 καὶ νὰ μὴν ἀμελοῦμε τὰς συναθροίσεις μας, καθὼς συνηθίζουν νὰ κάνουν μερικοί, ἀλλ’ ἂς ἐνθαρρύνωμεν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ τοσούτῳ μᾶλλον καθ’ ὅσον βλέπετε νὰ πλησιάζῃ ἡ Ἡμέρα.

26 Διότι ἐὰν θεληματικὰ ἁμαρτάνωμεν, ἀφοῦ ἐγνωρίσαμεν καλὰ τὴν ἀλήθειαν, δὲν ἀπομένει πλέον καμμία θυσία δι’ ἁμαρτίας,

27 ἀλλὰ μᾶς ἀναμένει φοβερὴ κρίσις καὶ φωτιὰ ποὺ θὰ καταφάγῃ ἐκείνους ποὺ εἶναι ἐνάντιοι τοῦ Θεοῦ.

28 Ἐὰν παραβῇ κανεὶς τὸν νόμον τοῦ Μωϋσέως, θανατώνεται χωρὶς εὐσπλαγχνίαν ἐπὶ τῇ καταθέσει δύο ἢ τριῶν μαρτύρων.

29 Σκεφθῆτε πόσον αὐστηρότερη τιμωρία ἀξίζει εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος καταπάτησε τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐθεώρησε μολυσμένον τὸ αἷμα τῆς διαθήκης, μὲ τὸ ὁποῖον ἁγιάσθηκε, καὶ ὕβρισε τὸ Πνεῦμα τῆς χάριτος.

30 Διότι γνωρίζομεν ἐκεῖνον ποὺ εἶπε, Εἰς ἐμὲ ἀνήκει ἡ ἐκδίκησις, ἐγὼ θὰ ἀνταποδώσω, λέγει ὁ Κύριος, καὶ πάλιν, ὁ Κύριος θὰ κρίνῃ τὸν λαόν του.

31 Εἶναι φοβερὸν νὰ πέσῃ κανεὶς εἰς τὰ χέρια τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ.

 

Παρότρυνσις διὰ σταθερὸν θάρρος

 

32 Νὰ θυμᾶσθε τὶς περασμένες ἡμέρες, ὅταν, ἀφοῦ ἐφωτισθήκατε, ὑπομείνατε εἰς μεγάλον ἀγῶνα παθημάτων,

33 ἄλλοτε διεπομπεύεσθε μὲ ὀνειδισμοὺς καὶ θλίψεις, ἄλλοτε ἐγίνεσθε  συμπαραστάται ἐκείνων, ποὺ ἐπερνοῦσαν ἀπὸ μίαν τέτοιαν μεταχείρησιν.

34 Διότι καὶ ὅταν ἤμουν φυλακισμένος ἐδείξατε συμπάθειαν, καὶ τὴν διαρπαγὴν τῶν ὑπαρχόντων σας μὲ χαρὰν ἐδεχθήκατε, ἐπειδὴ ἠξέρατε ὅτι ἔχετε κάτι ἀνώτερον καὶ μόνιμον εἰς τοὺς οὐρανούς.

35 Μὴ χάσετε λοιπὸν τὸ θάρρος σας, τὸ ὁποῖον θὰ ἀνταμειφθῇ πλούσια.

36 Ἔχετε ἀνάγκην ὑπομονῆς, διὰ νὰ κάνετε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ καρπωθῆτε τὰ ἀγαθὰ τῆς ὑποσχέσεώς του.

37 Διότι γρήγορα, πολὺ γρήγορα θὰ ἔλθῃ ὁ ἐρχόμενος καὶ δὲν θὰ βραδύνῃ.

38 Ἐκεῖνος ποὺ δικαιώνεται διὰ τῆς πίστεως θὰ ζήσῃ. Ἐὰν ὅμως ὑποχωρήσῃ, ἡ ψυχή μου δὲν εὐαρεστεῖται εἰς αὐτόν.
39 Ἐμεῖς ὅμως δὲν εἴμεθα ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ὑποχωροῦν καὶ χάνονται, ἀλλ’ εἴμεθα ἄνθρωποι πίστεως πρὸς σωτηρίαν τῆς ψυχῆς μας.