ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού,Ελέησόν με τον αμαρτωλόν







ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΙΒ'

Ἡ ὅρασις τῆς γυναικὸς καὶ τοῦ δράκου

 

1 Ὕστερα ἐφάνηκε ἕνα μεγάλο σημεῖον εἰς τὸν οὐρανόν: Μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία γιὰ ἔνδυμα εἶχε τὸν ἥλιον, ἡ σελήνη ἦτο κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της καὶ εἰς τὸ κεφάλι της ἦτο στεφάνι μὲ δώδεκα ἄστρα.

2 Ἦτο ἔγκυος καὶ ἐφώναζε ἀπὸ τοὺς πόνους καὶ τὴν ἀγωνίαν νὰ γεννήσῃ.

3 Ἐφάνηκε τότε ἕνα ἄλλο σημεῖον εἰς τὸν οὐρανόν· ἰδού, ἕνας μεγάλος κόκκινος δράκος μὲ ἑπτὰ κεφάλια καὶ δέκα κέρατα· εἰς τὰ κεφάλια του ἦσαν ἑπτὰ στέμματα.

4 Καὶ ἡ οὐρά του ἔσυρε τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς ἔρριξε εἰς τὴν γῆν. Ὕστερα ἐστάθηκε ὁ δράκος ἐμπρὸς εἰς τὴν γυναῖκα, ποὺ ἦτο ἑτοιμόγεννη, διὰ νὰ καταφάγῃ τὸ παιδί της, μόλις θὰ τὸ ἐγεννοῦσε.

5 Καὶ ἐγέννησε παιδὶ ἀρσενικό, ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος μέλλει νὰ ποιμάνῃ ὅλα τὰ ἔθνη μὲ σιδερένια ράβδον· ἀλλὰ τὸ παιδί της ἁρπάχτηκε πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν θρόνον του.

6 Καὶ ἡ γυναῖκα ἔφυγε εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου ἔχει τόπον ἐτοιμασμένον δι’ αὐτὴν ἀπὸ τὸν Θεόν, διὰ νὰ τὴν τρέφουν ἐκεῖ χίλιες διακόσιες ἑξῆντα ἡμέρες.

7 Ὕστερα ἔγινε πόλεμος εἰς τὸν οὐρανόν· ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ἄγγελοί του ἐπολεμοῦσαν κατὰ τοῦ δράκου.

8 Ὁ δράκος καὶ οἱ ἄγγελοί του ἐπολέμησαν, ἀλλὰ δὲν ἐνίκησαν, καὶ δὲν εὑρέθηκε πλέον δι’ αὐτοὺς τόπος εἰς τὸν οὐρανόν.

9 Καὶ ἐρρίχθηκε κάτω ὁ μεγάλος δράκος, τὸ ἀρχαῖο φίδι, ποὺ ὀνομάζεται Διάβολος καὶ Σατανᾶς, ἐκεῖνος ποὺ πλανᾶ ὁλόκληρην τὴν οἰκουμένην, ἐρρίχθηκε κάτω εἰς τὴν γῆν, καὶ μαζί του ἐρρίχθηκαν καὶ οἱ ἄγγελοί του.

10 Τότε ἄκουσα φωνὴν δυνατὴν εἰς τὸν οὐρανὸν νὰ λέγῃ, «Ἦλθε τώρα ἡ σωτηρία, ἡ δύναμις, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μας καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ του, διότι ἐρρίχθηκε κάτω ὁ κατήγορος τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ τοὺς κατηγοροῦσε ἐμπρὸς εἰς τὸν Θεόν μας ἡμέραν καὶ νύχτα.

11 Καὶ αὐτοὶ τὸν ἐνίκησαν χάρις εἰς τὸ αἷμα τοῦ Ἀρνίου καὶ χάρις εἰς τὸν λόγον τῆς μαρτυρίας των, καὶ ἀδιαφόρησαν διὰ τὴν ζωήν των μέχρι θανάτου.

12 Χαρῆτε γι’ αὐτό, ὦ οὐρανοὶ καὶ ὅσοι κατοικεῖτε εἰς αὐτούς. Ἀλλοίμονον εἰς τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν, διότι ὁ διάβολος κατέβηκε σ’ ἐσᾶς μὲ μεγάλον θυμόν, ἐπειδὴ ξέρει ὅτι λίγος  εἶναι ὁ καιρός του».

13 Ὅταν εἶδε ὁ δράκος ὅτι ἐρρίχθηκε εἰς τὴν γῆν, κατεδίωξε τὴν γυναῖκα ποὺ ἐγέννησε τὸ ἀρσενικὸ παιδί.

14 Ἀλλ’ ἐδόθηκαν εἰς τὴν γυναῖκα δύο πτέρυγες τοῦ ἀετοῦ τοῦ μεγάλου, διὰ νὰ πετάξῃ εἰς τὸν τόπον της εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου θὰ τρέφεται ἕνα καιρόν, δύο καιροὺς καὶ μισὸν καιρόν, μακρυὰ ἀπὸ τὸ φίδι.

15 Τότε τὸ φίδι ἔχυσε ἀπὸ τὸ στόμα του νερὸ σὰν ποτάμι, πίσω ἀπὸ τὴν γυναῖκα, διὰ νὰ τὴν παρασύρῃ.

16 Ἀλλ’ ἡ γῆ ἐβοήθησε τὴν γυναῖκα καὶ ἀνοιξε ἡ γῆ τὸ στόμα της καὶ κατάπιε τὸ ποτάμι ποὺ ἔχυσε ὁ δράκος ἀπὸ τὸ στόμα του.

17 Καὶ ὠργίσθηκε ὁ δράκος ἐναντίον τῆς γυναίκας καὶ ἔφυγε διὰ νὰ πολεμήσῃ ἐναντίων τῶν λοιπῶν παιδιῶν της, ἐκείνων ποὺ τηροῦν τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ καὶ δίνουν μαρτυρίαν διὰ τὸν Ἰησοῦν.