Ἡ Ἁγία
Ἀγγελίνα (Μπράνκοβιτς) ἦταν Σερβίδα Δέσποινα καί κόρη τοῦ Γεωργίου Ἀριανίτη
Κομνηνοῦ († 1461). Ὁ Γεώργιος Ἀριανίτης εἶχε συγγενική σχέση
μέ τήν δυναστεία τῶν Κομνηνῶν, διότι κάποια ἀπό τις γιαγιάδες του καταγόταν ἀπό
τήν οἰκογένεια αὐτή.
Ἡ Ἁγία
ἔλαβε θαυμάσια μόρφωση καί ἀγωγή. Αὔξησε, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, τά δῶρα τοῦ
πνεύματος καί δυναμώθηκε μέ τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τό ὄνομα τῆς μητέρας
της δέν εἶναι γνωστό, ἀλλά γνωρίζουμε πῶς άνατράφηκε καί ποιά μεγάλη προσοχή οἱ
γονεῖς της ἔδωσαν στήν κατάρτιση τῆς ψυχῆς της μέ τό πνεῦμα τῆς διδασκαλίας τοῦ
Εὐαγγελίου. Ἡ ἀγάπη της πρός τά βιβλία ἐξωτερικεύθηκε ἀπό τήν πρώϊμη νεότητα.
Τόν
Νοέμβριο τοῦ ἔτους 1460 ἤ 1461, στό Σκαντάρ, νυμφεύεται τόν ἐξόριστο Σέρβο
πρίγκιπα Στέφανο τόν Τυφλό, υἱό τοῦ Γεωργίου Μπράνκοβ τοῦ Σμεντέρεβο καί τῆς
Εἰρήνης τῆς Καντακουζηνῆς. Ὁ σύζυγός της Στέφανος καί ὁ μικρότερος ἀδελφός του
Γρηγόριος τυφλώθηκαν ἀπό τούς Τούρκους μετά τήν κατάληψη τῆς Σεμένδριας
(φρούριο στίς ὄχθες τοῦ Δούναβη) ἀπό τόν ὀθωμανικό στρατό, τό 1437, γι’ αὐτό
πῆρε καί τήν ὀνομασία «Τυφλός».
Ἡ
Ἀγγελίνα καί ὁ Στέφανος, λόγῳ τῶν τουρκικῶν ἐπιδρομῶν, ἔμειναν λίγο καιρό στήν
Ἀλβανία, ἐνῶ ἀκόμη δέν εἶχε γεννηθεῖ ὁ πρῶτος υἱός τους Γεώργιος. Τό 1461,
ἐγκατέλειψαν τήν Ἀλβανία καί κατά σύσταση τοῦ Σκεντέρμπεη (Γεωργίου Καστριώτη),
τοῦ γαμπροῦ τῆς Ἀγγελίνας, ἔφυγαν στήν Ἰταλία, καί στήν Φαρλάνια (περιοχή τοῦ
κόλπου τῆς Τεργέστης) ἐγκαταστάθηκαν στόν παλαιό πύργο Beograd στόν ποταμό Taljament. Ἐκεῖ πέρασε ἡ Ἀγγελίνα
δεκαέξι δύσκολα χρόνια μέ φτώχεια καί φόβο μέχρι τόν θάνατο τοῦ ἡγεμόνος
Στεφάνου, στίς 9 Ὀκτωβρίου 1476. Ἐκεῖ γέννησε ἀκόμη ἕναν υἱό, τόν Ἰωάννη, καί
μία κόρη, τήν Μαρία ἤ Μάρα, τήν ὁποία πάντρεψε στό Ἴνσμπουργκ, μέ τήν παρουσία
τοῦ αὐτοκράτορος Φρειδερίκου Γ’, σέ ἡλικία 19 ἐτῶν μέ τόν μαρκήσιο τοῦ Monferrat Βονιφάτιο, μακρυνό ἀπόγονο
τῶν Παλιολόγων.
Μετά τόν
θάνατο τοῦ Στεφάνου, ἡ Σερβίδα Δέσποινα Ἀγγελίνα μέ τούς δύο υἱούς της κινήθηκε
προς τήν Βιέννη, ὅπου αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Φρειδερῖκος Γ’. Μέ τά λείψανα τοῦ
συζύγου της Στεφάνου ἔφθασε στήν γῆ τοῦ Σρέμ, στίς 15 Φεβρουαρίου 1486. Στίς 20
Μαρτίου τοῦ ἴδιου ἔτους ἔξέδωσε ἕνα χρυσόβουλο γιά τη μονή Χιλανδαρίου στό
ὁποῖο γράφει ὅτι θα εἶναι κτίτορες τῆς μονῆς. Μετά ἀπό λίγο ἔκτισε τόν ναό τοῦ
Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ στό Κρούσεντολ καί ἐναπέθεσε ἐκεῖ τά λείψανα τοῦ Ἁγίου
συζύγου της († 9 Ὀκτωβρίου). Ἐδῶ, στό Κρούσεντολ, ἱδρύει μονή καί
ὁ υἱός της Ἅγιος Μάξιμος (κατά κόσμον Γεώργιος, † 18 Ἰανουαρίου), τότε ἤδη
Μητροπολίτης Οὑγγροβλαχίας, χτίζοντας τήν ἀνδρική μονή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς
Θεοτόκου στίς πλαγιές τῆς Φρούσκα. Ὁ υἱός της Ἰωάννης πέθανε ξαφνικά, τό 1502,
ὅταν πολεμοῦσε ὡς ἐπικεφαλῆς μεγάλου στρατιωτικοῦ σώματος κατά τῶν Τούρκων.
Στήν
συνέχεια ἡ Ἁγία Ἀγγελίνα ἔζησε μέ ἄσκηση, προσευχή καί ἀγαθοεργίες, γι’ αὐτό
καί ὁ λαός τήν ἀποκαλοῦσε «μητέρα Ἀγγελίνα». Κοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1525, καί
ἐνταφιάσθηκε στη μονή πού ἵδρυσε (σήμερα εἶναι ἐνοριακή ἐκκλησία ἀφιερωμένη
στήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου). Ἔπειτα τά ἱερά λείψανά της μεταφέρθηκαν στή μονή
Κρούσεντολ καί τοποθετήθηκαν σέ λειψανοθήκη μαζί μέ τά λείψανα τοῦ υἱοῦ της Ἰωάννου.
|